John Singer Sargent / Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ: περιζήτητος προσωπογράφος κατά παραγγελία, τοπιογράφος και μέγας “καταγραφέας” της κοινωνίας


Ο επιτυχημένος Αμερικανός, γεννημένος στην Φλωρεντία για αρκετά χρόνια ζωγράφιζε κολακευτικά πορτρέτα πλούσιων οικογενειών στο Λονδίνο που του εξασφάλισαν οικονομική ευρωστία. Στο απόγειο της δόξας του, περνώντας την κρίση της μέσης ηλικίας, έκλεισε το στούντιό του απολαμβάνοντας νέα ταξίδια. Στράφηκε με ένταση στις υδατογραφίες, απαθανατίζοντας ζωντανές νωχελικές μορφές που απολαμβάνουν τον ζωοδότη ήλιο καθισμένες στο ύπαιθρο. Ο ταλαντούχος δημιουργός υπήρξε φίλος του Μονέ και πολλά από τα έργα του βρίσκονται και ανήκουν στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστόνης (MFA), όπου πριν μερικά χρόνια είχαμε απολαύσει σε συνδιοργάνωση με το Μουσείο του Μπρούκλιν μια μεγαλειώδη έκθεση με τίτλο “John Singer Sargent Watercolors”
Ερχεται μια στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, που καθώς μεγαλώνεις βλέπεις τη ζωή και την καθημερινότητά σου διαφορετικά. Αγαπάς τη δουλειά σου, είσαι παθιασμένος με το αντικείμενό σου, όλα είναι προγραμματισμένα και έχεις πετύχει τους επαγγελματικούς στόχους σου, αλλά καθώς οι μέρες σου έχουν γίνει ρουτίνα, θέλεις κάτι να αλλάξει, μάλλον καλύτερα πρέπει να πούμε πως θέλεις να τα αλλάξεις όλα.
Θέλεις να αφήσεις πίσω σου τα πρέπει, να μην ισοπεδωθείς πλέον από τις υποχρεώσεις και τις ταμπέλες αλλά να ακολουθήσεις τα θέλω σου, να βουτήξεις ξανά στα νεανικά σου όνειρα, να πραγματοποιήσεις για όσο μπορείς ακόμα όλα εκείνα που σε ενθουσιάζουν , σε απογειώνουν και κάνουν να φτερουγίζει η “εφηβική” -όπως την θυμάσαι- ψυχή σου.

Είναι η ζωή που σε καλεί, σου φωνάζει δυνατά και τότε εκείνη η ώρα, είναι η στιγμή της απόφασης σου: “Αν όχι τώρα, πότε; Αν όχι εγώ, ποιός;
Μια τέτοια συγκλονιστική περίπτωση είναι ο υπέροχος John Singer Sargent / Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ (1856-1925) που πήρε την επιτυχημένη επαγγελματικά και κοινωνικά ζωή του, την έβγαλε από τα βαριά λονδρέζικα στούντιο και την έφερε σε ένα παντοτινό καλοκαίρι.
Οι πόρτες, τα κλειστά δωμάτια και η ασφάλεια που του πρόσφεραν όλα, δεν μπόρεσαν να τον κρατήσουν μέσα τους και ταξίδεψε για να δημιουργήσει ελεύθερος στο ύπαιθρο, σε άλλες χώρες, σε άλλους τόπους.
Μα ναι! Είναι καταπληκτικό πως το ύστερο έργο του αποτελούμενο βασικά από ακουαρέλες αιχμαλώτισε όλο το φως και την ανεμελιά που τόσο του έλειπε, την αισιοδοξία της ζωής και της ελεύθερης καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Είμαστε στην καρδιά του παγωμένου χειμώνα και η καλοκαιρινή αύρα διατρέχει τα έργα του και μας παρασύρει. Φέρνει αρώματα από τις ανθισμένες πράσινες πλαγιές των Αλπεων, από τις ολάνθιστες ιταλικές αυλές με τα φρεσκοπλυμένα ρούχα που στεγνώνουν, από τα ισπανικά λιμάνια όπου λικνίζονται ιστιοπλοϊκά, από τους ευωδιαστούς κήπους με τα κυπαρίσσια της Κέρκυρας, τους εξωτικούς βεδουίνους της Μέσης Ανατολής, τον γαλλικό νότο, τη Βενετία, την Μαγιόρκα, από ολόκληρη την Μεσόγειο. Παντοτινό ευτυχισμένο καλοκαίρι! Θαλπωρή, ήλιος και ανεμελιά!

Ζεστά τα συναισθήματα που αναδύονται μέσα από τις υπέροχες υδατογραφίες του Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ. Τα υπέροχα έργα του που δημιουργήθηκαν μεταξύ 1902 και 1911, όταν μάλιστα βρισκόταν στο απόγειο των καλλιτεχνικών του δυνάμεων, τον κατέδειξαν διεθνώς ως τον μεγαλύτερο, αναγνωρισμένο, Αμερικανό ζωγράφο της εποχής του.
Γεννημένος στη Φλωρεντία από Αμερικανούς γονείς, ο Σάρτζεντ σπούδασε στο Παρίσι και από τις αρχές του 1880 είχε ήδη αρχίσει να δείχνει δείγματα έργων του, στο παρισινό Salon. Εκεί το 1884 παρουσιάζει και το περίφημο “Portrait of Madame X" που απεικονίζει την Virginie Amélie Avegno Gautreau και προκαλεί σκάνδαλο.
Η Madame Gatreau ήταν η αμερικανικής καταγωγής σύζυγος ενός Γάλλου τραπεζίτη, πανέμορφη και αριστοκρατική, είχε καταφέρει να κάνει αίσθηση και να είναι αναγνωρίσιμη στους κοσμικούς παρισινούς κύκλους.

Αν και πολλοί καλλιτέχνες επεδίωκαν να φτιάξουν το πορτρέτο της ποτέ κανείς δεν το κατάφερε. Ο Sargent την εποχή εκείνη ήταν ήδη ένας περιζήτητος προσωπογράφος, η Madame Amélie ήταν και για εκείνον καλλιτεχνικός στόχος. Ήθελε διακαώς να δημιουργήσει το πορτρέτο της για να ενισχύσει την εμπορική φήμη του ονόματός του, με μία ακριβοθώρητη μούσα και εκείνη θα επωφελούνταν του καλλιτεχνικού εγχειρήματος για να ενισχύσει το κύρος της στην παρισινή κοινωνία.
Την «κυνήγησε» φορτικά ώσπου τελικά, ήρθε η πολυπόθητη συμφωνία! Ο Sargent θα την ζωγράφιζε, ταξίδεψε μέχρι το εξοχικό του ζευγαριού στη Βρετάνη και δούλεψε για το μεγάλο έργο του με σκοπό να το παρουσιάσει στο Σαλόν του Παρισιού.
Ο καταπληκτικός πίνακας παρουσιάζει την γυναίκα να στέκεται όρθια, πλάι σε ένα στρογγυλό τραπέζι, με το ένα της χέρι να ακουμπά πάνω του, στηρίζοντας ελαφρώς το βάρος της, ενώ στο άλλο χέρι κρατά μια μαύρη βεντάλια, μαζί με τις πτυχές του φορέματός της. Το ολόμαυρο φόρεμά της με κεντημένες, ασημένιες τιράντες, τονίζει το ψυχρό λευκό δέρμα της. Η δεξιά τιράντα του φορέματος της Amelie έπεφτε ελαφρώς στον ώμο της και στο Παρίσι του 1884, η πεσμένη αυτή τιράντα συμβόλιζε μια πρόθεση για περαιτέρω αποκαλύψεις… Αρνητικά σχόλια και κακές εντυπώσεις για τον πίνακα που υπαινισσόταν την “χαλαρή ηθική” του μοντέλου για τα ήθη της εποχής, πλημμύρισαν την γαλλική πρωτεύουσα.
Η ταυτότητα του μοντέλου έγινε αμέσως αντιληπτή, αποκαλύφθηκε και οι φήμες περί απιστίας της Amelie στον σύζυγό της φούντωσαν. Το σκάνδαλο πήρε μεγάλες διαστάσεις! Γελοιογραφίες του πίνακα δημοσιεύονταν σε εφημερίδες της εποχής, ενώ η μητέρα τής Madame Gautreau έστειλε στον Sargent επιστολή με την οποία τον παρακάλεσε να αποσυρθεί ο πίνακας καθώς επέφερε τεράστια ζημιά στο όνομα της κόρης της και της οικογένειάς τους

Ολα αυτά τα συμβάντα ώθησαν τον Sargent να φύγει για να ζήσει και να δημιουργήσει στο Λονδίνο. Σήμερα θεωρείται ένα από τα καλύτερα έργα του. Το επιβεβαιώνει με προσωπική δήλωση του που έκανε και ο ίδιος το 1915, «υποθέτω ότι είναι το καλύτερο πράγμα που έχω κάνει».
Άμεσα, μέχρι το 1886 είχε ενταχθεί στις τάξεις των Αμερικανών στο Λονδίνο-μεταξύ των οποίων ήταν και ο Henry James, ο Stephen Crane, ο James McNeill Whistler, ο Mark Twain και, αργότερα, ο TS Eliot, ο Ezra Pound και ο Robert Frost, και γίνεται περιζήτητος προσωπογράφος κατά παραγγελία. Για αρκετά χρόνια ζωγράφιζε κολακευτικά πορτρέτα πλούσιων οικογενειών και αποδεικνύει την αξιοσημείωτη τεχνική του, προκαλώντας θαυμασμό για τα έργα του αλλά και επικρίσεις για την υποτιθέμενη επιπολαιότητά του. Οι αναθέσεις έργων αρκετές και ο Sargent ακολουθεί πλέον, μια προσοδοφόρα και επαναλαμβανόμενη εργασία. Στον ελεύθερο χρόνο του, για να ξεφύγει από τις πιέσεις του στούντιο και των πορτρέτων, βγαίνει στο αγγλική ύπαιθρο και ζωγραφίζει με ανήσυχη ένταση, ακουαρέλες μερικές φορές από το πρωί μέχρι το βράδυ. Είναι κάτι που τον ευχαριστεί.

Εχει γίνει καλός φίλος και επικοινωνεί συχνά με τον Μονέ και δημιουργεί το εξαιρετικό έργο “Ο Κλοντ Μονέ ζωγραφίζει στην άκρη του δάσους”, 1885.
Λίγο μετά την αλλαγή του 20ου αιώνα ο Sargent στο απόγειο της δόξας του πέρασε μια κρίση μέσης ηλικίας. Εκείνη λοιπόν την εποχή, γύρω στο 1907 έβαλε κάτω τις ελαιογραφίες και τα πορτρέτα που του είχαν ήδη εξασφαλίσει την οικονομική του αυτοτέλεια, και παίρνει την απόφαση να κλείσει το στούντιό του.

Παίρνει την σημαντική απόφαση και στρέφεται ψυχή τε και σώματι στις υδατογραφίες, απαθανατίζοντας ζωντανές νωχελικές μορφές που απολαμβάνουν τον ζωοδότη ήλιο καθισμένες στο ύπαιθρο δίπλα σε ρυάκια με κρυστάλλινα νερά, μαρμάρινα αγάλματα και συνθέσεις που στέκουν κάτω από γαλάζιους ουρανούς, ολοπράσινους κήπους, λόφους, πλαγιές και εξαιρετικής αρχιτεκτονικής οικοδομήματα, πραγματοποιώντας συχνά ταξίδια στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή.Μέσα από πειραματισμούς με ασυνήθιστες συνθέσεις και νέες τεχνικές, κατάφερε να εφευρεθεί εκ νέου αισθητικά.

Η προσέγγιση του στο νέο μέσο της καλλιτεχνικής του έκφρασης χαρακτηρίστηκε τολμηρή και πειραματική και όπως ήταν φυσικό προκάλεσε αίσθηση στη Βρετανία και μεγάλο ενθουσιασμό στην Αμερική.
Το 1909 εκθέτει έργα του στην Knoedler Gallery στο Μανχάταν. Το Μουσείο του Μπρούκλιν έκανε γρήγορα προσφορά και αγόρασε 83 κομμάτια από την εν λόγω έκθεση για 20.000 $ (περίπου 500.000 δολάρια σήμερα). Ο Sargent ήθελε η συλλογή των έργων του να παραμένουν μαζί και να θεωρείται ως ένα ενιαίο έργο τέχνης. Τρία χρόνια αργότερα, το 1912, το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστόνη, απέκτησε τη δική του συλλογή από περίπου 50 ακουαρέλες του καλλιτέχνη για περίπου 10.800 δολάρια.

Πριν μια δεκαετία μια μεγάλη σειρά από τις υπέροχες ακουαρέλες απλώθηκαν στους τοίχους της Ann and Graham Gund Gallery του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστόνης. Η έκθεση «John Singer Sargent Watercolors» παρουσίασε πάνω από 90 εκθαμβωτικά έργα του και συνδιοργανώθηκε με το Μουσείο του Μπρούκλιν. Συνδύασεγια πρώτη φορά τις δύο πιο σημαντικές συλλογές έργων ζωγραφικής του καλλιτέχνη σε ακουαρέλα οι οποίες ανήκουν στα δύο Μουσεία.

Η έκθεση προσέφερε στους επισκέπτες μια μοναδική ευκαιρία να θαυμάσουν έργα του που κατασκευάστηκαν μεταξύ 1902 και 1912 που ανήκουν στις δύο συλλογές, όταν ήταν στο απόγειο της καλλιτεχνικής του δημιουργίας και του έδωσαν την διεθνή αναγνώριση ως τον μεγαλύτερο Αμερικανό ζωγράφο της εποχής του. Οι δύο συλλογές είναι πολύ διαφορετικές.Τα έργα που ανήκουν στο Μουσείο του Μπρούκλιν είναι ως επί το πλείστον μικρότερα, πιο ελεύθερα, πιο εκφραστικά.Σχεδόν όλα δεν έχουν την υπογραφή του δημιουργού.Γνωρίζοντας όμως πως τα επόμενα έργα του, θα προσγειωθούν στη Βοστόνη, ο Sargent έκανε έργα μεγαλύτερα, πιο ολοκληρωμένα και πλέον τα υπογράφει.

Πολλά από τα έργα της έκθεσης μοιάζουν με στιγμιότυπα ενός τουρίστα. Ακόμα και οι Βεδουίνοι του στους Αγίους Τόπους είναι σαν φωτογραφική απεικόνιση για ταξιδιωτικό περιοδικό. Ασκεί την εξαιρετική του δεξιοτεχνία σε εξωτερικούς χώρους και συλλαμβάνει και αποτυπώνει στον καμβά του μοναδικά τα παιχνίδια του φωτός με την σκιά. Οι επικριτές του πιστεύουν ότι ήταν ένας ταλαντούχος δημιουργός στην τεχνική του αλλά πως του έλειπε η φαντασία. Ποτέ δεν κατάφερε να πείσει τους νεωτεριστές καλλιτέχνες πως ήταν ένας απ’ αυτούς. Τα έργα του έγιναν πολύ δημοφιλή κατά την δεκαετία του 1950. Κατά την διάρκεια της μακράς σταδιοδρομίας του ζωγράφισε πάνω από 2.000 υδατογραφίες.

Ο Sargent κατάφερε να αποδράσει από το χρυσό κλουβί που είχε τοποθετήσει τον εαυτό του και να πετάξει ελεύθερος με τα απολαυστικά έργα του που πολλές φορές δίνονται με την ένταση ενός ονείρου. Τα χρώματά του κάποιες φορές είναι εξαιρετικά έντονα και μας ταξιδεύουν από τα λατομεία μαρμάρου της Ιταλίας μέχρι την εξωτική Βόρεια Αφρική, χαλαρώνοντας σε φωτισμένα τοπία και ράθυμα καλοκαίρια με φίλους και οικογένεια μέσα από την ζωντανή του παλέτα.
** Πληροφορίες για την παλαιότερη έκθεση «John Singer Sargent Watercolors», στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστόνης, μπορείτε να βρείτε εδώ: http://www.mfa.org/exhibitions/john-singer-sargent-watercolors
** Photo: 1. John Singer Sargent, Simplon Pass, The Tease-The Museum of Fine Arts, Boston-The Hayden Collection—Charles Henry Hayden Fund
2. John Singer Sargent, Self-portrait, 1892, National Academy of Design
3. John Singer Sargent, The Bridge of Sighs, Brooklyn Museum
4. John Singer Sargent, Goatherds, Brooklyn Museum, Purchased by Special Subscription
5. John Singer Sargent, Madame X, 1883-84, Arthur Hoppock Hearn Fund, 1916, Metropolitan Museum of Art
6. John Singer Sargent, Unloading Plaster, Brooklyn Museum, Purchased by Special Subscription
7. John Singer Sargent, Corfu, Lights and Shadows, 1909, The Museum of Fine Arts, Boston-The Hayden Collection—Charles Henry Hayden Fund
8. John Singer Sargent, Simplon Pass, Reading, The Museum of Fine Arts, Boston, The Hayden Collection—Charles Henry Hayden Fund
9. John Singer Sargent, Villa di Marlia, Lucca, The Museum of Fine Arts, Boston, The Hayden Collection—Charles Henry Hayden Fund
10. John Singer Sargent, Corfu, The Terrace, The Museum of Fine Arts, Boston, The Hayden Collection—Charles Henry Hayden Fund
11. John Singer Sargent, Bedouins, Brooklyn Museum, Purchased by Special Subscription
12. John Singer Sargent, Venice, Under the Rialto Bridge, The Museum of Fine Arts, Boston, The Hayden Collection—Charles Henry Hayden Fund
Comentarios